Στην άσχημη πλευρά της συνταξιοδότησης, στις δύσκολες μέρες χωρίς τρόπους αναψυχής, οι αναμνήσεις μπορούν συχνά να είναι η πιο όμορφη ενασχόληση ενός πρώην ποδοσφαιριστή, καθώς και για εκείνους που συμμετείχαν στην σπουδαία σταδιοδρομία τους.
Κάποιοι θα θυμούνται καλύτερα από τα παρατσούκλια που τους έδωσαν οι οπαδοί τους, εκείνοι που γεμάτοι χαρά πηγαίναν κάθε Κυριακή στο γήπεδο για να παρακολουθήσουν τους αστέρες της εργατικής τάξης, τους ήρωες του παρελθόντος. Ορισμένοι θα θυμούνται μέσα από τα λόγια των προπονητών τους ή των προέδρων τους,αυτοί που είχαν το προνομιούχο να είχαν στην κατοχή τους τέτοιου είδους ταλέντα. Και έπειτα υπάρχουν και οι λίγοι των οποίων οι μεγαλύτεροι θαυμαστές ήταν οι αντίπαλοι τους στον αγωνιστικό χώρο, οι οποίοι τους σεβόντουσαν για το ταλέντο τους.
Για τον Ντράγκαν Τζάιτς, τον μεγαλύτερο Σέρβο ποδοσφαιριστή όλων των εποχών, η πιο σπουδαία διάκριση εκτός γηπέδων, ήταν το σχόλιο του Πελέ, ο οποίος όταν ήρθαν αντιμέτωποι το 1968 δήλωσε: « Ο Τζάιτς είναι το βαλκανικό θαύμα - ένας πραγματικός μάγος, λυπάμαι που δεν είναι Βραζιλιάνος, καθώς δεν έχω δει ποτέ τόσο φυσικό ταλέντο σε έναν ποδοσφαιριστή.»
Ο άνθρωπος που από πολλούς θεωρείται ως ο πιο ταλαντούχος ποδοσφαιριστής στην ιστορία, δήλωνε έκθαμβος από τις παραστάσεις του Ντράγκαν. Έχουν περάσει σχεδόν 40 χρόνια από τότε που ο Τζάιτς έπαιξε το τελευταίο του παιχνίδι - και 54 από τότε που έπαιξε το πρώτο του - και ακόμα κανένας παίκτης από την Σερβία δεν έχει καταφέρει να φτάσει ούτε καν κοντά στον θαυμασμό που πρόσφερε ο Τζάιτς στο Σερβικό κοινό.
Έχοντας υπογράψει στον Ερυθρό Αστέρα το 1963, ηλικίας μόλις 17 ετών, ο Τζάιτς έγινε γρήγορα ένα από τα βασικά στελέχη μιας καλοδουλεμένης μηχανής. Στην πρώτη του θητεία στην ομάδα του Βελιγραδίου, ο Ντράγκαν κατέκτησε 5 πρωταθλήματα και 4 κύπελλα Γιουγκοσλαβίας, προτού φύγει στην Γαλλία, περνώντας δύο σεζόν στην Μπαστιά. Το 1977 θα επιστρέψει στην πατρίδα του, περνώντας στον Ερυθρό Αστέρα την τελευταία σεζόν της καριέρας του.
Έναν χρόνο μετά την μεταγραφή στον Ερυθρό Αστέρα, θα πραγματοποιήσει τις πρώτη από τις 85 συμμετοχές του με την εθνική Γιουγκοσλαβίας. Με το νούμερο 11 στην πλάτη, ο Τζάιτς ήταν το αστέρι ολόκληρης της Γιουγκοσλαβίας. Αγωνιζόμενος ως εξτρέμ, σε συνδυασμό με την ταχύτητα του και το φοβερό αριστερό του πόδι, οδήγησε τις χώρα του σε πολλές διακρίσεις.
Έχοντας ήδη κερδίσει το εγχώριο νταμπλ με τον Ερυθρό Αστέρα, ο Τζάιτς ταξίδεψε με την υπόλοιπη εθνική Γιουγκοσλαβίας στην Ιταλία, όπου και θα συμμετείχε στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Με μόλις 4 χώρες να λαμβάνουν μέρος -όπως γινόταν την δεκαετία του '60- η Γιουγκοσλαβία κλήθηκε να αντιμετωπίσει την παγκόσμια πρωταθλήτρια Αγγλία, ενώ η Ιταλία θα ερχόταν αντιμέτωπη με την Σοβιετική Ένωση.
Η Ιταλία προκρίθηκε στον τελικό με τον αγώνα να λήγει 0-0, παίρνοντας την πρόκριση ούτε στην παράταση, αλλά ούτε και στα πέναλτι, πολύ απλά κερδίζοντας στο στρίψιμο του νομίσματος. Η Γιουγκοσλαβία θα πάρει επίσης την πρόκριση χάρη στο αστέρι της, Ντράγκαν Τζάιτς.
Μετά από 87 λεπτά παιχνιδιού και το σκορ να παραμένει στο 0-0, πολλοί φοβόντουσαν ότι και το δεύτερο παιχνίδι θα κρινόταν στο στρίψιμο του νομίσματος. Τότε, ο Τζάιτς δέχθηκε μια μπαλιά από την άλλη άκρη του γηπέδου, την οποία και κοντρόλαρε με το στήθος, στην συνέχεια αφού πέρασε δύο αμυντικούς, έστειλε την μπάλα στην πάνω γωνία της εστίας του Γκόρντον Μπάνκς, χαρίζοντας την νίκη και την πρόκριση στην Γιουγκοσλαβία.
Τρεις μέρες αργότερα, στην Ρώμη, ο καλλιτέχνης Τζάιτς θα δώσει και πάλι το προβάδισμα στην χώρα του κόντρα στους Ιταλούς, αλλά ένα λεπτό πριν το τέλος, η διοργανώτρια χώρα θα ισοφαρίσει σε 1-1. Ο αγώνας οδηγήθηκε σε ρεβάνς την οποία και η Ιταλία κέρδισε με 2-0.
Ο Τζάιτς μπορεί να έχασε την ευκαιρία να κατακτήσει το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα, αλλά κατάφερε να έχει ατομική διάκριση, τερματίζοντας στην 3η θέση της χρυσής μπάλας εκείνης της χρονιάς, πίσω από τους Τζόρτζ Μπέστ και Μπόμπι Τσαρλτον.
Ίσως λόγω του ότι ανήκε στην εποχή του ρομαντικού ποδοσφαίρου ή ίσως ως αποτέλεσμα της αμείλικτης δεσμευσής του να παραμείνει στη χώρα της γέννησής του για τόσο μεγάλο μέρος της καριέρας του, πολύ συχνά το όνομα του Τζάιτς απουσιάζει από τις συζητήσεις σχετικά με τους καλύτερους όλων των εποχών. Ωστόσο, δεδομένης της επιτυχίας του στη Σερβία, του ρόλου του σε μια αξέχαστη ομάδα του Ερυθρού Αστέρα και του ρόλου που έπαιξε για να φτάση τη Γιουγκοσλαβία λίγα λεπτά μακριά από την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος, ο Ντράγκαν Τζάιτς παραμένει μέχρι και σήμερα ο σπουδαιότερος Σέρβος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών.